Πώς υπολογίζεται το ύψος των εισφορών και ποιος... τις καταβάλλει
Απόλυτη σύγχυση επικρατεί στην αγορά καθώς χιλιάδες είναι οι εργαζόμενοι με δελτίο παροχής υπηρεσιών, το γνωστό μπλοκάκι, που δεν γνωρίζουν τι ασφαλιστικές εισφορές θα κληθούν να πληρώσουν, με την εφαρμογή του νέου ασφαλιστικού νόμου (Ν. 4387/2016). Σύμφωνα με το νέο νόμο, ο εργοδότης έχει την υποχρέωση να καταβάλει τα 2/3 των εισφορών των ασφαλισμένων με δελτίο παροχής υπηρεσιών, για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους θα προέρχεται από την απασχόλησή τους σε ένα ή και δύο φυσικά ή νομικά πρόσωπα, παρά την αρχική ανακούφιση που προκάλεσε στους εργαζομένους, φαίνεται πως πρακτικά, αντιμετωπίζει σημαντικά προβλήματα εφαρμογής.
Πρόβλημα δημιουργεί ο όρος «διαρκής σχέση παροχής υπηρεσιών» που δεν υπάρχει στην ελληνική εργατική και ασφαλιστική νομοθεσία.
Σύμφωνα με την εφημερίδα Καθημερινή, μισθωτοί ως προς τον τρόπο, τη βάση υπολογισμού των εισφορών και το ανώτατο όριο μηνιαίων ασφαλιστέων αποδοχών, αντιμετωπίζονται τα πρόσωπα για τα οποία θεσπίζεται το τεκμήριο παροχής εξαρτημένης εργασίας, στους οποίους συμπεριλαμβάνονται και οι δικηγόροι με έμμισθη εντολή και άλλα πρόσωπα ασφαλιστέα λόγω ιδιότητας ανεξαρτήτως του χρόνου υπαγωγής στην ασφάλιση για το εισόδημα που προέρχεται από τη διαρκή σχέση παροχής υπηρεσιών.
Υπόχρεος για την καταβολή της εργοδοτικής εισφοράς είναι οποιοδήποτε πρόσωπο, φυσικό ή νομικό, για λογαριασμό του οποίου οι ασφαλισμένοι παρέχουν τις υπηρεσίες τους περιοδικά έναντι παροχής.
Σε όλες τις υπόλοιπες περιπτώσεις εφαρμόζεται ό,τι ισχύει και για τις εισφορές του ΙΚΑ.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ειδικών, ως «διαρκής σχέση παροχής υπηρεσιών» θα μπορούσε να θεωρηθεί η παροχή υπηρεσιών κατά τρόπο σταθερό και μόνιμο τουλάχιστον κατά τη διάρκεια ενός έτους και τουλάχιστον προς ένα εργοδότη. Ομως υπάρχει η πιθανότητα μια τέτοια σχέση να υφίσταται προς περισσότερους του ενός εργοδότες. Και τότε, προκύπτει το ερώτημα, μέχρι πόσους εργοδότες μπορεί να αφορά μέσα στη χρονική βάση αναφοράς (π.χ. έτος).
Τι θα γίνει με όσους κόβουν μπλοκάκι σε 2 εργοδότες
Ασαφής είναι η νέα νομοθεσία σχετικά με τους εργαζόμενους που κόβουν δελτίο παροχής υπηρεσιών σε 2 ή και περισσότερους εργοδότες και όσους δεν μπορούν να έχουν εφαρμογή ως έχουν οι υφιστάμενες διατάξεις του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ για την πολλαπλή απασχόληση.
Η διάταξη αφορά, επίσης, αυτοαπασχολούμενους και ελεύθερους επαγγελματίες, οι οποίοι αμείβονται με δελτίο παροχής υπηρεσιών και για τους οποίους προκύπτει ότι το εισόδημά τους προέρχεται από την απασχόλησή τους σε ένα ή και δύο πρόσωπα (φυσικά ή νομικά).
Πώς υπολογίζονται οι εισφορές με βάση το ύψος του εισοδήματος
Στο νόμο Ν. 4387/2016, δεν υπολογίζεται το ύψος του εισοδήματος που αποκτάται από τον καθένα από τους εργοδότες, ενώ δεν προσδιορίζεται και η χρονική περίοδος κατά την οποία απαιτείται η έκδοση Δελτίου Παροχής Υπηρεσιών προς 2 εργοδότες. Εικάζεται μόνο, ότι η χρονική περίοδος θα είναι κάθε ημερολογιακό έτος.
Σύμφωνα και πάλι με τις εκτιμήσεις των ειδικών, πιθανότερο είναι να απαιτηθεί εκ μέρους του εργαζομένου υποβολή υπεύθυνης δήλωσης τόσο προς τους εργοδότες (εάν έχει δύο) ή προς τον μοναδικό εργοδότη και στον ασφαλιστικό φορέα περί μη λήψης εισοδήματος από τρίτο εργοδότη.
Στην περίπτωση δε που ο εργαζόμενος κόψει δελτίο παροχής υπηρεσιών και σε τρίτο εργοδότη μέσα στη χρονική βάση αναφοράς (έτος), τότε πιθανότατα θα θεωρείται ότι εσφαλμένα έχει θεωρηθεί η ασφάλισή του ως μισθωτού και οι εισφορές, τόσο οι εργατικές όσο και οι εργοδοτικές θα πρέπει να θεωρηθούν ως αχρεωστήτως καταβληθείσες και να επιστραφούν.
Πώς θα γίνεται ο υπολογισμός των εισφορών
Ως προς τη βάση υπολογισμού των εισφορών για τους αυτοαπασχολούμενους αμειβόμενους με δελτίο σε μέχρι 2 εργοδότες, επισημαίνεται ότι αποτελούν τα ποσά που αναγράφονται στα δελτία, με ανώτερο όριο μηνιαίων ασφαλιστέων αποδοχών το δεκαπλάσιο του ποσού που αντιστοιχεί στον βασικό μισθό άγαμου μισθωτού άνω των 25 ετών (5.860,80 ευρώ) για τον κάθε εργοδότη.
Προκειμένου για την εισφορά του ασφαλισμένου που εκδίδει δελτίο σε δύο εργοδότες, το ανώτατο όριο μηνιαίων αποδοχών (5.860,60 ευρώ) εφαρμόζεται στο συνολικό ποσό εισφορών. Για τον κάθε εργοδότη, το ανώτατο όριο μηνιαίων ασφαλιστέων αποδοχών υπολογίζεται αυτοτελώς.