Επιβαρύνσεις που μπορεί να φτάσουν από τα ....
500-600 ευρώ έως και τα 1200 ευρώ ετησίως σε περισσότερα από τρία εκατομμύρια μισθωτούς και συνταξιούχους, φέρνει η απαίτηση των δανειστών για ψαλίδισμα της έκπτωσης φόρου που προβλέπει η υφιστάμενη νομοθεσία.
Για να περιοριστεί το αφορολόγητο από τα 9550 ευρώ στα 7000 ευρώ, η έκπτωση φόρου θα πρέπει να μειωθεί από τα 2100 ευρώ στα 1500 ευρώ. Έτσι, ένας μισθωτός ή ένας συνταξιούχος με αποδοχές της τάξεως των 10.000 ευρώ, από 100 ευρώ που πληρώνει σήμερα, θα βρεθεί να καταβάλλει 660 ευρώ δηλαδή 560 ευρώ παραπάνω. Πρακτικά δηλαδή, ο εργαζόμενος των 700-800 ευρώ μηνιαίως, θα χάσει εξαιτίας της απαίτησης των δανειστών περίπου το 5-6% του εισοδήματός του.
Η απαίτηση για μείωση του αφορολογήτου, έρχεται προφανώς σε πλήρη αντίθεση με την πολιτική που θέλει να ακολουθήσει η κυβέρνηση φορτώνοντας όλα τα πρόσθετα βάρη –ο λογαριασμός που θα προκύψει από τη νέα φορολογική κλίμακα αναμένεται να κυμανθεί από 600-800 εκατ. ευρώ ανάλογα και με το ποια θα είναι η συμφωνία για το δημοσιονομικό κενό- στους έχοντες εισόδημα άνω των 30.000 ευρώ. Η λύση της κυβέρνησης με αύξηση των φορολογικών συντελεστών για το τμήμα του εισοδήματος άνω των 30.000 ευρώ, επηρεάζει πολύ λιγότερους μισθωτούς και συνταξιούχους –μόλις 300-350.000- αλλά τα ποσοστά των περικοπών θα είναι σαφώς μεγαλύτερα.
Ποια από τις δύο λύσεις θα επικρατήσει; Η «μάχη» θα συνεχιστεί και σήμερα με την κυβέρνηση να επιδιώκει να αποφύγει το ψαλίδισμα του αφορολογήτου. Ο λόγος είναι ότι θα οδηγήσει σε έμμεσο κούρεμα όχι μόνο των μισθών αλλά και των χαμηλών συντάξεων. Για τον συνταξιούχο, δεν έχει σημασία αν θα υπάρξει μείωση ονομαστικής σύνταξης ή αύξηση της φορολογίας. Από τη στιγμή που ο φόρος παρακρατείται από τη σύνταξη, το συμπέρασμα θα είναι το ίδιο: λιγότερα καθαρά στην τσέπη του.
Να σημειωθεί ότι αν προκριθεί η λύση της μείωσης του αφορολογήτου (π΄χ από τις 9.550 ευρώ στα 7000 ευρώ), τότε η έκπτωση φόρου, από τα 2100 που είναι σήμερα θα περιοριστεί στα 1500 ευρώ. Αυτό σημαίνει ότι καθόλου φόρο δεν θα πληρώνουν μόνο όσοι δηλώνουν μέχρι 500 ευρώ τον μήνα, ουσιαστικά δηλαδή, όσοι κινούνται στα επίπεδα του βασικού μισθού που προβλέπει νομοθεσία (586 ευρώ μεικτά ή 500 ευρώ καθαρά). Θα επηρεαστούν όλοι όσοι δηλώνουν εισοδήματα από 7000 έως 42.000 ευρώ και αυτό γιατί:
1. Η έκπτωση φόρου των 1500 ευρώ δεν θα καλύπτει πλέον κάποιον που δηλώνει εισόδημα 9550 ευρώ. Ο φόρος στα 9550 ευρώ θα βγαίνει 2100 ευρώ, θα αφαιρείται το ποσό των 1500 ευρώ και τελικώς το εκκαθαριστικό θα δείχνει 600 ευρώ. Επομένως για μια οικογένεια με δύο εργαζόμενους των 10.000 ευρώ, η επιβάρυνση που θα προκύψει θα είναι 1200 ευρώ ή μείον 100 ευρώ τον μήνα.
2. Με το ισχύον καθεστώς, η έκπτωση των 2100 ευρώ χορηγείται σε όλους όσους έχουν εισοδήματα έως 21.000 ευρώ και μειώνεται κατά 100 ευρώ για κάθε 1000 ευρώ εισοδήματος επιπλέον. Πρακτικά η έκπτωση μηδενίζεται στα 42.000 ευρώ. Έτσι, όλοι όσοι δηλώνουν έως και 21.000 ευρώ θα επιβαρυνθούν με τουλάχιστον 600 ευρώ τον χρόνο.
3. Οι ετήσιες επβιαρύνσεις μπορεί να είναι και μεγαλύτερες, φτάνοντας και στα 1200 ευρώ ανάλογα με το ποια θα είναι η τελική συνταγή υπολογισμού της έκπτωσης φόρου. Αν για παράδειγμα υιοθετηθεί έκπτωση 1500 ευρώ και αποφασιστεί αυτή να δοθεί σε όσους δηλώνουν έως 15.000 ευρώ εισόδημα, τότε ο έχων εισόδημα 20.000 ευρώ, θα πληρώσει 1100 ευρώ παραπάνω και ο έχων εισόδημα 23.000 ευρώ θα επιβαρυνθεί με 1200 ευρώ επιπλέον.