10/8/12

VR46-M1: Η αναβίωση μιας σχέσης πάθους ......





Οταν προς το τέλος της σεζόν 2003 ο Βαλεντίνο Ρόσι ανακοίνωνε την αποχώρησή του από τη Honda για χάρη της Yamaha, πολλοί θεώρησαν περίπου αυτοκτονική αυτή την κίνηση για την καριέρα του.



Ο Γιατρός προερχόταν τότε από τρεις σερί παγκόσμιους τίτλους MotoGP, έχοντας κυριαρχήσει σχεδόν απόλυτα: στο διάστημα 2001-2003 πήρε 31 νίκες και ήταν στο βάθρο σε όλους τους αγώνες πλην μόλις τεσσάρων!
Κάπου εκεί ο Ρόσι κλήθηκε να αποδείξει ότι δεν είναι ελέφαντας. "Σαρώνει επειδή έχει την καλύτερη μοτοσικλέτα", επαναλάμβαναν διαρκώς οι σκεπτικιστές, κάτι που είχε αρχίσει να κουράζει τον ίδιο - όπως είχε αρχίζει να τον κουράζει και η δεσποτική νοοτροπία των αφεντικών της Honda.
Μ' αυτά και μ' αυτά ο Ρόσι αποφάσισε να αλλάξει στρατόπεδο. Παρά το φλερτ με τη συμπατριώτισσά του Ducati, η οποία ήταν ακόμα φρέσκια στο MotoGP, τελικά επέλεξε τη Yamaha.
Εχοντας πάρει μηδέν νίκες στο προηγούμενο πρωτάθλημα, ο ιαπωνικός κατασκευαστής είδε στο πρόσωπο του ιταλού σταρ τον άνθρωπο που θα ανέστηνε τη μοτοσικλέτα της. Γι' αυτό του πρόσφερε γη και ύδωρ για να τον αποκτήσει: σχεδόν διπλάσια ετήσια αμοιβή από αυτή που έπαιρνε στη Honda και πλήρη ελευθερία κινήσεων στην ανάπτυξη και την εξέλιξη της μοτοσικλέτας.
Ο Ρόσι γέμισε ενέργεια από τη νέα αυτή πρόκληση και σε συνεργασία με τον αρχιμηχανικό του Τζέρι Μπέρτζες, έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά για να μεταμορφώσει την M1 σε πρωταγωνίστρια.


Τα αποτελέσματα ήταν άμεσα και εντυπωσιακά: μόλις στον πρώτο αγώνα του 2004, στη Νότια Αφρική, κέρδισε τη νέμεσή του, τον Μαξ Μπιάτζι που έτρεχε με τη Honda, για να στείλει ένα ηχηρό μήνυμα στους πρώην εργοδότες του, οι οποίοι δεν είχαν εκτιμήσει σωστά την αξία του.
Ακολούθησαν δύο σερί τίτλοι με τη Yamaha και στη συνέχεια η απογοήτευση του 2006, όταν το σερί του σε κατακτήσεις τίτλων σταμάτησε στους πέντε από τον Νίκι Χέιντεν.
Η νέα ήττα του το 2007 από τον Κέισι Στόνερ και τη Ducati, έκανε τον Ρόσι να καταλάβει ότι έπρεπε να ανεβάσει το παιχνίδι του κόντρα στη νέα γενιά των ταχύτατων αναβατών.
Μέλος αυτής ήταν και ο team mate του, Χόρχε Λορένθο, τον οποίο η Yamaha προήγαγε στην εργοστασιακή της ομάδα το 2008. Αλλά ο Ρόσι οδήγησε καλύτερα από ποτέ στην καριέρα του για να κερδίσει τον Στόνερ εκείνη τη χρονιά και τον Λορένθο την επόμενη, και να φτάσει τα επτά πρωταθλήματα στη μεγάλη κατηγορία (εννιά συνολικά σε όλες τις κατηγορίες).
Το 2010 ήρθε ο σοβαρός τραυματισμός του στο Μουτζέλο για να τον θέσει από νωρίς εκτός διεκδίκησης. Ομως και πριν απ' αυτό είχε γίνει φανερό ότι ο Λορένθο ήταν πλέον πιο γρήγορος με τη "δική του" M1.
Ο ισπανός πήρε το πρωτάθλημα για να καθιερώσει τον εαυτό του ως το μέλλον της Yamaha, η οποία έσπευσε να τον δέσει για τα επόμενα χρόνια. Ηταν κάτι που ο Ρόσι είδε ως προδοσία, καθώς προηγουμένως είχε θέσει στο ιαπωνικό εργοστάσιο το τελεσίγραφο "ή εγώ ή αυτός".


"Είχα προβλήματα με τον Χόρχε επειδή ήμουν θυμωμένος με τη Yamaha. Επειτα από όλα όσα έκανα για αυτούς, έβαλαν στην ομάδα έναν πολύ δυνατό team mate, οπότε ήμουν τσατισμένος περισσότερο με τη Yamaha παρά με εκείνον", παραδέχτηκε πρόσφατα ο Γιατρός.
Το 2011 ευδοκίμησε το παλιό φλερτ με τη Ducati, με τον Ρόσι να παίρνει στα χέρια του τη δύστροπη Desmosedici. Η φιλοδοξία του ήταν να τη μετατρέψει στην καλύτερη μοτοσικλέτα του grid, όπως είχε κάνει το 2004 με την M1.
Αλλά το κόκκινο μηχάνημα αποδείχτηκε αδάμαστο ακόμα και για τον G.O.A.T.. Παρά τις συνεχείς αλλαγές στο πλαίσιο και τον κινητήρα, ο Ρόσι ουδέποτε βρήκε την αίσθηση στο μπροστινό για να οδηγήσει τη μοτοσικλέτα στα όριά της και να διεκδικήσει επιτυχίες.
Ο γάμος-όνειρο είχε εξελιχθεί σε εφιάλτη. Τερματισμοί στις κάτω θέσεις της 10άδας στους περισσότερους αγώνες και μόλις δύο βάθρα, αμφότεροι στο βρεγμένο Λε Μαν πέρυσι και φέτος.
Η εξαγορά της Ducati από την Audi την περασμένη άνοιξη άνοιξε ένα παράθυρο αισιοδοξίας. Οι νέοι ιδιοκτήτες εμφανίστηκαν πρόθυμοι να στηρίξουν το πρότζεκτ για να το μετατρέψουν σε νικηφόρο και ήθελαν ο Ρόσι να ηγηθεί της προσπάθειας.
Ομως ο Γιατρός απέρριψε την πρόκληση πρώτον, γιατί δεν πείστηκε ότι η Desmosedici μπορεί να γίνει ανταγωνιστική σε σύντομο χρονικό διάστημα και δεύτερον, επειδή η ηλικία του (του χρόνου θα είναι 34) δεν επιτρέπει άλλους πειραματισμούς.


Ετσι είπε το μεγάλο ναι στους ανθρώπους της Yamaha για λιγότερα χρήματα, προκειμένου να επιστρέψει στη δοκιμασμένη λύση της M1, έστω κι αν το πρώην "μωρό του" είναι πλέον του Λορένθο.
Τι έχει να πει, όμως, ο ίδιος για τη νέα συνεργασία του με τον ισπανό; "Τώρα είναι μια διαφορετική κατάσταση και καταλαβαίνω ότι [το 2010] η Yamaha έκανε τη σωστή επιλογή για τη Yamaha. Δεν είναι μεγάλο πρόβλημα".
Η έλευσή του τώρα στη Yamaha συνοδεύεται από μια εντελώς διαφορετική πρόκληση σε σχέση με το 2004: "Τότε το ζήτημα ήταν να διορθώσω μια μοτοσικλέτα που δεν πήγαινε γρήγορα, ενώ τώρα να κερδίσω τον καλύτερο αναβάτη του κόσμου με ισάξιο μηχάνημα".
Αν κάποιος μπορεί να το κάνει, αυτός είναι ο τρομερός Vale.

γράφει: Θοδωρής Κατσαρογιάννης

Πηγη sport.gr 

 
Design by Free WordPress Themes | Bloggerized by Lasantha - Premium Blogger Themes | Best WordPress Themes